Τρίτη 8 Απριλίου 2008

Εννοιολογικές διακρίσεις περί γάμου και πορνείας

Παρατηρώντας το "μπάχαλο" που γίνεται αυτές τις ημέρες (Μάρτιος 2008) στα ΜΜΕ γύρω από το θέμα του νομοσχεδίου περί "συμβολαίου ελεύθερης συμβίωσης", πορνείας και γάμου, και των δηλώσεων της Ιεράς Συνόδου και μεμονωμένων Επισκόπων, φαίνεται χρήσιμο να καταγραφούν εδώ μερικές εννοιολογικές διακρίσεις. Γιατί είναι προφανές ότι η άγνοια διαφόρων δημοσιογράφων, απίστων, εχθρών της Εκκλησίας, Χριστιανών και ακόμα και ελαχίστων Ιεραρχών, γύρω από αυτές τις διακρίσεις, εντείνει τη σύγχυση και τις παρεξηγήσεις...

Άλλο είναι ο γάμος, και άλλο είναι η τελετή του γάμου. Γιατί γάμος είναι αυτή καθεαυτή η σεξουαλική ένωση δύο ανθρώπων, που αποφάσισαν να περάσουν τη ζωή τους μαζί και να κάνουν οικογένεια. Δεν είναι γάμος η τελετή που γίνεται. Και σε παλαιότερες εποχές, αρκούσε να πάρει κάποιος τη γυναίκα του στο σπίτι του και να κοιμηθεί μαζί της, (χωρίς τελετή), για να θεωρηθεί γάμος, έγκυρος και μόνιμος, ακόμα και από πιστούς ανθρώπους της Παλαιάς Διαθήκης.

Άλλο είναι ο κοσμικός γάμος, και άλλο είναι το ΜΥΣΤΗΡΙΟ του γάμου. Μπορεί να μην είναι πορνεία ο κάθε γάμος, έστω και αν είναι πολιτικός ή αιρετικός, ή γάμος αλλοθρήσκων, αλλά αν δεν είναι Ορθόδοξος, δεν είναι μυστήριο, δηλαδή δεν είναι ΜΥΗΣΗ η οποία γίνεται με σκοπό τον αμοιβαίο φωτισμό και θέωση των νυμφευμένων.

Άλλο είναι να ανέχεται η Εκκλησία από μέλη της, να ζουν με μη Μυστηριακό γάμο, και άλλο είναι να να νομίζουν κάποιοι πως μπορούν να της επιβάλλουν να επιτρέπει να μετέχουν αυτοί οι άνθρωποι σε Μυστήρια. Γιατί μπορεί μεν για λόγους οικονομίας να ανέχεται έναν πολιτικό γάμο για κάποιο διάστημα για κάποιο μέλος της, περιμένοντας την μετάνοιά του, όμως δεν μπορεί να υποχρεωθεί να επιτρέψει να μετέχουν άνθρωποι χωρίς εκκλησιαστική συνείδηση ενεργά σε μυστήρια της Εκκλησίας.

Άλλο είναι ο πρώτος Ορθόδοξος γάμος, και άλλο ο δεύτερος και ο τρίτος. Γιατί μπορεί και οι τρεις να γίνονται στην Εκκλησία, αλλά ΜΟΝΟ Ο ΠΡΩΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΥΣΤΗΡΙΟ. Οι επόμενοι είναι μόνο κατ' οικονομίαν γάμοι, και είναι ημι-παράνομοι για Χριστιανούς, γι' αυτό και απλώς ζητείται η συγχώρεση του Θεού γι' αυτή την παρατυπία. Γι' αυτό και οι Ιεροί Κανόνες απαγορεύουν σε αυτούς τη Θεία Κοινωνία για κάποιο χρονικό διάστημα. Αλλά είναι γάμοι.

Άλλο είναι γάμος, και άλλο πορνεία. Γάμος είναι όταν αυτή η ένωση γίνεται με σκοπό την οικογένεια. Πορνεία είναι όταν γίνεται για αμοιβαία ΙΔΙΟΤΕΛΗ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ των θελγήτρων του άλλου φύλλου, είτε αυτά είναι σεξουαλικά είτε ψυχολογικά είτε κοινωνικά κτλ.

Άλλο είναι πορνεία με τη σύγχρονη ΚΟΣΜΙΚΗ έννοια, και άλλο πορνεία με τη Χριστιανική έννοια. Στη σύγχρονη κοσμική εποχή, θεωρούν πορνεία μόνο την σεξουαλική πράξη με υλικό αντάλλαγμα. Για τη Χριστιανική πίστη όμως, πορνεία είναι μια τέτοια σεξουαλική σχέση, σε κάθε περίπτωση, όταν δεν έχει ως στόχο την αμοιβαία αλληλοπεριχώρηση και Θέωση, αλλά την εκμετάλλευση του άλλου.

Άλλο είναι η πορνεία, και άλλο ο πόρνος. Γιατί όταν αποκαλούμε κάποιον "πόρνο", η έμφαση δίνεται σε αυτόν καθεαυτόν τον άνθρωπο, ως κάποιον που έχει εθιστεί σε αυτή τη συνήθεια, με άλλα λόγια, που φέρει το πάθος της πορνείας. Όταν όμως μιλάμε για πορνεία, μιλάμε με απαξίωση γι' αυτή την ίδια την πράξη. Μπορεί λοιπόν κάποιος να πέσει σε πορνεία, χωρίς όμως και να είναι πόρνος, (ως λερωμένη ανθρώπινη υπόσταση), αν δεν έχει εθισθεί σε αυτή, δηλαδή δεν είναι κάτι που το κάνει συνεχώς-τακτικά, δεν είναι "Παθος", άλλα ήταν ένα μεμονωμένο περιστατικό, μια μεμονωμένη αμαρτία.

Άλλο είναι η υπόδειξη ότι η πορνεία είναι αμαρτία, και άλλο είναι να αποκαλέσει κάποιος τον άλλο "πόρνο". Η πρώτη περίπτωση είναι υπόδειξη. Η δεύτερη είναι κρίση. Και οι Χριστιανοί υποδεικνύουν μεν το σωστό, αλλά δεν κατακρίνουν κανέναν, μια και η κρίση ανήκει στον Θεό. Ακόμα και όταν Άγιοι ή Πνευματικοί συμβεί να το κάνουν αυτό, είναι για καθαρά διαπαιδαγωγικούς λόγους, και το κάνουν με ΔΙΑΚΡΙΣΗ και με τον Φωτισμό του Θεού.

Άλλο είναι να θεωρείται κάποιος αμαρτωλός, και άλλο να κατακρίνεται ως απολυμένος. Γιατί αμαρτωλοί είμαστε όλοι μας. Αλλά η κρίση ανήκει ΜΟΝΟ στον Θεό, κατά τη Δευτέρα Παρουσία. Πολλοί Πόρνοι-ες μετανόησαν και έφτασαν και σε μέτρα Πνευματικής ζωής. Πολλοί Επίσκοποι-Χριστιανοί-ες , έπεσαν τελικά και χάθηκαν παρά το ότι, γενικά, είχαν βίο "ηθικά αποδεκτό".

Άλλο είναι η αμαρτία ως αστοχία της εν Χριστώ πορείας ενός ανθρώπου, και άλλο ως ενοχή. Γιατί ενώ για τη Δύση και τον ευσεβισμό, αμαρτία είναι αυτή καθεαυτή η "μιαρή" πράξη, την οποία κρίνει ο "θεός" ως Εισαγγελέας, για τον Ορθόδοξο Χριστιανό είναι απλώς η αποτυχία ενός ασθενούς να φθάσει στη θεραπεία του, που είναι ο αγιασμός του και η ένωσή του με τον Μέγα Ιατρό των ψυχών μας, τον Θεό. Η Εκκλησία προειδοποιεί τον αμαρτωλό όπως ένας ιατρός προειδοποιεί έναν άρρωστο: Όχι με διάθεση κατάκρισης, αλλά θεραπείας.

Άλλο είναι το να υπάρχουν στην Ελλάδα πολλοί πόρνοι, και άλλο να "αποτελείται η Ελλάδα από πόρνους". Το πρώτο είναι αναμφισβήτητο γεγονός, μεταξύ απίστων στη Χριστιανική πίστη. Το δεύτερο είναι διαστρέβλωση των λόγων της Εκκλησίας από εχθρούς της, και γενίκευση μιας κακής συνήθειας απίστων ή ασθενών αδελφών μας.

Άλλο είναι να δηλώνει η Εκκλησία τις θέσεις της προς τα μέλη της δημόσια, και άλλο να θίγονται οι μη Ορθόδοξοι. Γιατί κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος να ακολουθήσει την πίστη και τις πρακτικές της Εκκλησίας, ή να τα απορρίψει. Και το να θίγονται οι μη Ορθόδοξοι, από το τι πιστεύουμε εμείς οι Ορθόδοξοι, και τι υποχρεώσεις έχουμε στη ΔΙΚΗ ΜΑΣ πίστη, είναι μισαλλόδοξο και ίσως φασιστικό-ολοκληρωτικό. Εάν θέλουν να ακολουθήσουν την Ορθόδοξη πίστη, μπορούν να το κάνουν, αλλά δεν μπορούν όσοι είναι "εκτός" να επιβάλλουν στους υπόλοιπους τις απόψεις τους. Και όχι! Δεν αρκεί απλά να έχεις βαπτιστεί, για να είσαι "εντός", πρέπει να έχεις και Ορθόδοξο Φρόνημα/ζωή... αν δεν το έχεις μοιάζεις με αυτόν που έχει άδεια οδήγησης και δεν ξέρει να οδηγεί: δεν μπορείς να αποκαλείσαι "οδηγός".

Άλλο είναι το τι ψηφίζει ένα κοσμικό κράτος, και άλλο τι δηλώνει η Ιερά Σύνοδος προς τους πιστούς της. Το κοσμικό κράτος είναι υποχρεωμένο να ψηφίζει νόμους και περί των απίστων, οι οποίοι έχουν κάθε δικαίωμα να ζουν χωρίς το κατά Θεόν άθλημα της Εκκλησίας. Η Εκκλησία είναι υποχρεωμένη να ενημερώνει τα μέλη της για το σωστό και το λάθος, και να το κηρύττει και προς τους έξω, αφήνοντάς το πάντα διακριτικά στην ελευθερία τους. Είναι χρέος της Εκκλησίας να κάνει ΠΕΝΤΑΚΑΘΑΡΑ ΓΝΩΣΤΟ το Θέλημα του Θεού, καθώς και τις (πνευματικές και μη) επιπτώσεις που μπορεί να έχει η καταστρατήγηση του "Πνευματικού Νόμου". Είναι δε, δικαίωμα και υποχρέωση του κάθε πιστού να αξιολογεί ποιες πολιτικές/κοινωνικές δυνάμεις διεξάγουν "συνειδητό πόλεμο" κατά του θελήματος του Θεού και να ψηφίσει/επιλέξει αναλόγως.

Άλλο είναι η Ιερά Σύνοδος και άλλο η Οικουμενική ή Πανορθόδοξη Σύνοδος. Η Ιερά Σύνοδος είναι διοικητικό κυρίως όργανο της Εκκλησίας. Η Οικουμενική ή Πανορθόδοξη Σύνοδος της Εκκλησίας, είναι δογματικό κυρίως όργανο.

Άλλο είναι ο ΚΑΘΕ επίσκοπος, και άλλο ο Ρωμαιοκαθολικός Πάπας. Ο Ρωμαιοκαθολικός Πάπας (υποτίθεται ότι) είναι αλάθητος, και αποφασίζει και διατάσσει. Ο ΚΑΘΕ επίσκοπος είναι λειτουργός του Κυρίου εις τόπον Χριστού, και ίσος με κάθε άλλο επίσκοπο, και συνεπώς δεν είναι αλάθητος. Αλλά κατά το μέτρο του φωτισμού του πορεύεται και αγωνίζεται. Ακόμα και ο κάθε Αρχιεπίσκοπος ή Πατριάρχης, είναι απλώς πρόεδρος της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της χώρας του. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο.

Άλλο είναι να δηλώνει η Εκκλησία δημόσια τις θέσεις της, και άλλο το να τις επιβάλλει. Σε έναν ελεύθερο (και όχι μόνο) κόσμο, φυσικά και η Εκκλησία θα διαλαλήσει τις ξεκάθαρες και Θεόπνευστες θέσεις της, για το πώς πρέπει να ζει ο κάθε άνθρωπος για να επιτύχει τη Θέωση. Και θα το κάνει, όπως μπορούν και οι άπιστοι να δηλώνουν και να νομιμοποιούν ελεύθερα, πράγματα που η Εκκλησία θεωρεί εσφαλμένα. Και η Εκκλησία έχει δικαίωμα να υποστηρίζει αυτό που θεωρεί ορθό, και οι άπιστοι επίσης.

Άλλο είναι το να μην ανακατεύεται η Εκκλησία στην πολιτική, και άλλο το να μην έχουν πολιτικό λόγο οι Χριστιανοί. Γιατί μπορεί η Εκκλησία να μην επιβάλλει τις θέσεις της στο κράτος, αλλά τα μέλη της Εκκλησίας, ως ενεργοί πολίτες, έχουν κάθε δικαίωμα να χρησιμοποιήσουν κάθε έννομο, ειρηνικό και δίκαιο μέσο, ώστε να εμποδίσουν νόμους που οδηγούν την κοινωνία στην οποία ζουν αυτοί και τα παιδιά τους, σε πνευματική κατάπτωση. Και αυτό το δικαίωμα τους πρέπει να είναι ΣΕΒΑΣΤΟ όπως και οποιασδήποτε άλλης ομάδας μέσα σε μία δημοκρατία.

Τι είναι η Θ. Λειτουργία των Προηγιασμένων;

Όλες τις Τετάρτες και Παρασκευές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής (καθώς και όσες συμπέσει εορτή αγίου) τελείται η θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων. Τι είναι αυτή η Λειτουργία και γιατί γίνεται μόνο κατά τη Μ. Τεσσαρακοστή;
Η Εκκλησία μας έχει εν χρήσει τρεις θ. Λειτουργίες κατά τις οποίες γίνεται Θυσία: Την Λειτουργία του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, την Λειτουργία του αγίου Βασιλείου και τη Λειτουργία του αγίου Ιακώβου.[...]

Όλες όμως αυτές οι Λειτουργίες έχουν πανηγυρικό και χαρμόσυνο χαρακτήρα. Αλλ’ η Μ. Τεσσαρακοστή είναι πένθιμος περίοδος. Γι΄ αυτό η Εκκλησία μας όρισε να μη γίνονται οι Λειτουργίες αυτές παρά μόνο κατά τα Σάββατα και τις Κυριακές της Μ. Τεσσαρακοστής. (Κανόνας 49ος της εν Λαοδικεία Συνόδου). Οι παλιοί όμως χριστιανοί δεν μεταλάμβαναν των θείων Μυστηρίων μόνο κατά τα Σάββατα και τις Κυριακές, αλλ’ ακόμη συχνότερα. Ο Μ. Βασίλειος σε μία επιστολή του (προς Καισαρία) αναφέρει ότι οι πιστοί της περιοχής του είχαν συνήθεια να μεταλαμβάνουν και τέσσερις και πέντε φορές την εβδομάδα! Γνώριζαν οι παλιοί Χριστιανοί ότι χωρίς συχνή μετάληψη των Αχράντων Μυστηρίων δεν είναι δυνατό να ζουν «εν Χριστώ». Ο Χριστός δεν είναι μία αφηρημένη ιδέα. Δεν είναι μία απρόσωπος δύναμη. Ο Χριστός είναι το Δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, είναι ο Υιός του Θεού, που σε ορισμένη χρονική στιγμή έγινε άνθρωπος «δι’ ημάς τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν» και σταυρώθηκε και πέθανε και ετάφη και ανέστη εκ νεκρών και ανελήφθη εν δόξη εις τους ουρανούς και «εκάθισεν εν δεξιά του Πατρός». Ο Χριστός είναι ακόμη, όπως είπε ο Ίδιος, «βρώσις και πόσις», δηλαδή φαγητό και ποτό. Στο Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας ο Χριστός, ο «Αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», αυτοπροσφέρεται στους πιστούς υπό τη μορφή του άρτου και του οίνου, τα οποία έχουν, κατά τρόπο απερινόητο και μυστηριώδη, μεταβληθεί σε αυτό τούτο το Άχραντο Σώμα Του και σε αυτό τούτο το Τίμιο Αίμα Του. Ο Χριστός είναι ο αγιασμός μας, το φως μας, η ζωή μας.[...]

Πώς όμως θα κοινωνούν συχνά οι πιστοί, αφού θεία Λειτουργία δε γίνεται παρά μόνο κατά τα Σάββατα και τις Κυριακές της Μ. Τεσσαρακοστής; Η Εκκλησία μας βρήκε τρόπο: Καθόρισε να τελείται κατά τις άλλες μέρες της Μ. Τεσσαρακοστής μία άλλη Λειτουργία, η Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων. Κατά τη Λειτουργία αυτή δεν τελείται Θυσία, δε γίνεται δηλαδή μεταβολή του άρτου και του οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Αλλά τι γίνεται; Τα Τίμια Δώρα, ο Άρτος και ο Οίνος είναι έτοιμα, έχουν προαγιασθή (γι’ αυτό και λέγεται Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων) κατά την προηγηθείσα θεία Λειτουργία της Κυριακής, είναι πλέον Σώμα και Αίμα Χριστού, και απλώς προσφέρονται προς μετάληψη στους πιστούς.

Εξηγούμεθα λεπτομερέστερα: Ο Ιερέας καθ’ έκαστη Κυριακή κόπτει το πρόσφορο το λεγόμενο «Αμνόν», δηλαδή το τετράγωνο εκείνο τεμάχιο της σφραγίδας που γράφει ΙΣ-ΧΣ ΝΙ-Κα, και το τοποθετεί επάνω στο ιερό Δισκάριο. Μετ’ ολίγο, κατά τη στιγμή του «Σε υμνούμεν...», το τεμάχιον αυτό του άρτου θα μεταβληθεί δια της ευλογίας του Ιερέως (ω θαύμα θαυμάτων!) σε αυτό τούτο το Σώμα του Κυρίου, όπως και ο οίνος, που είναι στο ιερό Ποτήριο, θα μεταβληθεί και αυτός σε αυτό τούτο το Αίμα του Κυρίου. Όταν όμως βρισκόμαστε στη πένθιμο περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής, ο Ιερέας, κατά τη Θ. Λειτουργία της Κυριακής, δεν θα κόψει ένα μόνο τεμάχιο εκ της σφραγίδας του προσφόρου, ωσάν αυτό που είπαμε ανωτέρω, αλλά περισσότερα (συνήθως τρία), ανάλογα προς τον αριθμό των Λειτουργιών των Προηγιασμένων που θα τελέσει κατά την εβδομάδα. Τα τεμάχια αυτά (που δεν κόπτονται όλα από ένα πρόσφορο, αλλ’ ένα από κάθε πρόσφορο), θα τα ευλογήσει κατά την ώρα που πρέπει και αυτά θα μεταβληθούν σε Σώμα Χριστού. Από αυτά το ένα θα χρησιμοποιηθεί για τη θεία Μετάληψη της ημέρας εκείνης (Κυριακής), τα άλλα (συνήθως δύο) θα εμβαπτισθούν στο ιερό Ποτήριο, όπου το άγιο Αίμα του Κυρίου, και θα φυλαχθούν σε ειδικό κιβωτίδιο, το ιερό Αρτοφόριο, για τις Λειτουργίες των Προηγιασμένων Δώρων που θα γίνουν εντός της εβδομάδας. Κατ’ αυτές τις Λειτουργίες ο Ιερέας θα προσφέρει στους πιστούς προς μετάληψη τα Προηγιασμένα αυτά Δώρα. Πόσο ωραία και πόσο σοφά τα έχει όλα καθορίσει η Εκκλησία μας!...[...]

Η Λειτουργία των Προηγιασμένων είναι συνυφασμένη με Εσπερινό, είναι δηλαδή βραδινή. Αυτό έχει θεσπιστεί, διότι οι παλιοί Χριστιανοί κατά τις ημέρες της Μ. Τεσσαρακοστής διετέλουν τελείως άσιτοι (νηστικοί) μέχρι των εσπερινών ωρών. Μπορούσαν λοιπόν να εκκλησιαστούν και να κοινωνήσουν κατά τις εσπερινές ώρες. Σήμερα η Λειτουργία των Προηγιασμένων τελείται και κατά την εσπέρα συνηθέστερα όμως τελείται κατά τις πρωινές ώρες προς διευκόλυνση των πιστών. Η Λειτουργία αυτή δεν έχει τον πανηγυρικό και θριαμβευτικό τόνο των άλλων Λειτουργιών, αλλά δεσπόζει σε αυτή το πένθιμο και κατανυκτικό στοιχείο.

Η Λειτουργία των Προηγιασμένων τελείται όλες τις Τετάρτες και Παρασκευές της Μ. Τεσσαρακοστής. Κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα τελείται μόνο τις τρεις πρώτες μέρες αυτής (Μ. Δευτέρα, Μ. Τρίτη και Μ. Τετάρτη). Επίσης τελείται και κατά τις ημέρες εορτών ευρισκομένων εντός της περιόδου της Μ. Τεσσαρακοστής. Δεν τελείται κατά τα Σάββατα και τις Κυριακές της Μ. Τεσσαρακοστής, καθώς και κατά τις Λειτουργίες αυτές δεν τελείται Θυσία, αλλά τα Τίμια Δώρα έχουν προαγιασθή. Ο Ιερέας, και αν κρατήσει τα ονόματα, δεν θα τα μνημονεύσει, στην Πρόθεση, αλλά θα τα αφήσει για τη Λειτουργία του Σαββάτου ή της Κυριακής. Επίσης, κατά τη Λειτουργία των Προηγιασμένων δε γίνονται μνημόσυνα.

Από το βιβλίο
«Περίοδος Τριωδίου»
Επιφανίου Ι. Θεοδωρόπουλου
Αρχιμανδρίτου

Αποσπάσματα εξ ομιλιών του Μελετίου Πηγά

Ο Μελέτιος Πηγάς υπήρξε και εκκλησιαστικός ρήτωρ απαράμιλλος, αφήσας εποχήν εν Κων/λει και αλλαχού, όπου ήσκησε το θείον του ιεροκήρυκος έργον. Κατωτέρω παραθέτομεν χαρακτηριστικά τινα αποσπάσματα ομιλιών αυτού διακρινομένων διά τον πρακτικόν και εποικοδομητικόν αυτών χαρακτήρα, τα οποία διεσώθησαν εν δημώδει γλώσση. Εξ αυτών καθίσταται φανερά η δύναμις του πνεύματος του μεγάλου εκείνου ανδρός, ο πλούτος των γνώσεών του, η διεισδυτική του ικανότης μέχρι των μυχιαιτάτων της ανθρωπίνης ψυχής, και επί πάσιν η ακαταμάχητος γοητεία του λόγου του. Τα δημοσιευόμενα ολίγα αποσπάσματα προέρχονται εξ ομιλιών, τας οποίας ο Πηγάς εξεφώνησεν εν τω ναώ Χρυσοπηγής Κων/λεως κατά τα έτη της αυτόθι παραμονής του, περιέχονται δε εν τω βιβλίω: «Μελέτιος Πηγάς. Χρυσοπηγή» (Αθήναι 1958), εκ του οποίου και είναι ειλημμένα.

Α. Εξ ομιλίας τη Ε' Κυριακή των Αγίων Νηστειων (σελ. 103).
37. Είναι λοιπόν, λέγει ο απόστολος προς Γαλάτας, δύο διαθήκες: η μία η γεννώσα εις δουλείαν, ή συστοιχούσα τη νυν Ιερουσαλήμ. Η άλλη, ελευθέρα, η άνω Ιερουσαλήμ. Ακούεις, αδελφέ, πως τα πράμματα εκείνα, οπού εγινούντανε τον παλαιόν καιρόν, ήταν και τινά σημάδια και τύποι μυστηρίων μεγάλων, όχι παραδείγματα, να σε παρακινήσουν εσέναν εις άκρασίαν, εις αμαρτίαν;
38. Και κοντολογία, εσύ καν δεν μετράς με τον νουν σου, ότι επειδή είναι λόγια του πνεύματος, ανάγκη είναι να μη σου εγραφτήκασι, διά να κάμεις εσύ αμαρτίες, διότι ήθελες καταστήσει διδάσκαλον τες αμαρτίες. Ο Θεός να με φυλάγει από την βλασφημίαν ταύτην του Θεού ! Μη λοιπόν, αδελφέ, μη θέλεις τα κακά σου θελήματα. Την γυναίκα, οπού σου έδωκεν o Θεός, εκείνην έχε, και αν είναι στείρα, στείρα• αν είναι παιδογόνος, παιδογόνον. Και μη μου ευρίσκετε πρόφασιν και εαν και εσύ, να μολύνετε ο εις διά τούτην την πρόφασιν, ο άλλος διά κείνην την πρόφασιν, να μολύνετε, λέγω, το στέφανόν σας.
39. Τηράτε το αμόλυντον, τηράτε να το παραδώσετε τω φοβερώ Θεώ καθαρόν και αμίαντον. Δεν έχω καιρόν να σε ειπώ περισσότερον διά τούτην την ατοπίαν, οπού γίνεται ανάμεσά μας σήμερον και μολύνεται, μάλιστα και χωρίζεται, το ανδρόγυνον και επαίρνει εκείνος άλλην και εκείνη άλλον.

Β. Εξ ομιλίας τη Κυριακή των Βαΐων (σελ. 152 153).
10. Και εκείνη πάλιν, (η Μαρία, η αδελφή του Λαζάρου) ως ήκουσεν, εσηκώθη πάραυτα από το ξόδι και τα δάκρυα του αδελφού και καταφρονά τα πάντα, και λύπες και πικρίες και θλίψεις και κλαημούς, και τρέχει προς τον Χριστόν. Το εναντίον απ' ό,τι κάμνουσιν εδώ οι γυναίκες, θαρώ, και οι άνδρες οι εδικοί μας, οπού αφήνουσι την εκκλησίαν. Στερεύγουνται τα μυστήρια του Θεού, φεύγουσιν από Θεόν. Διατί; Διατί, λέγει, είναι θλιμμένοι -ώ κόσμε, έρημε κόσμε, και τότες είναι περισσότερος καιρός, όταν έχωμεν θλίψιν, να τρέξωμεν προς Θεόν. «Εκέκραξα, λέγει ο πατρόθεος προφήτης, εκέκραξα εν τω θλίβεσθαί με προς Κύριον και επήκουσάς μου εις την θλίψιν» μου, εκέκραξα προς Κύριον».
11. Και εμείς σήμερον, εις τες θλίψεις μας, τρέχομεν εις τους μάντεις, διατί, λέγει, διά να με παρηγορήσει, να κάμει ν' αγαπά ο δείνας, να κάμει να εύρω το τάδε τι, οπού έχασα, να μου απαγγέλλει διά τάδε τι οπού αναμένω. Ώ γυναίκες, πώς να σας ειπώ, γυναίκες, και αν ο μάντης ή η μάντισσα εμπορεί να κάμει τάδε ή τάδε, να σου κάμει αγάπες, να σου κάμει παιδία, να σου εύρει πλούτη, να σου γιάνει πληγές, δεν ήθελεν κάμει πρώτα του λόγου της; Πόσοι μάντες και μάντισσες είναι πυργωμένοι, παρδαλοί, κυλλοί, κακόμοιροι; Τριγυρίζουσι να εύρουσι καμμίαν λωλήν, να της φάγωσιν τέσσερες πέντε φόλες με το να της τάσσουσιν να την κάμνουσιν εκείνην γερήν, πλουσίαν, εκείνοι οπού είναι αυτοί τως κυλλοί και φτωχοί.
12. Ένα μου πέτε: αv σας έδιδεν ο διάβολος καλόν, οπού είναι των αδυνάτων, όσον μηδέ αυτός ατός του δεν είναι δυνατόν να είναι καλός, πλην, εθέλετέ το το διαβολικόν εκείνον και δαιμονικόν καλόν; Εγώ λογαριάζω, πως και μόνον το όνομα, το όνομα μόνον διαβολικόν, δαιμονικόν να είναι απατά διαβολικόν και δαιμονικόν, κακόν, όχι καλόν και φευκτόν. Ειπέ μου εσύ η ρίκτρα, οπού ρίκτει διά πλούτη καμμίαν και παίρνει σου έξη φόλες να σε κάμει πλούσιον, και του λόγου της πώς δεν πλουταίνει;
13. Ώ κόσμε λωλέ, οπού δεν γνωρίζεις, πώς, αν ήταν αλήθεια αυτάνα τα πράμματα, δεν ήθελες βλέπειν την κατζιβέλλαν γυμνή και ξεσκημένην να τα πει εσένα [τα] πλούτη, και αυτήνη να ψοφά διά έναν άσπρον. Πλην αφήτε τούτες τες λωλές μάντισσες! Εσείς μη πααίνετε πλέα. Αφήτε τούτες τες δαιμονισμένες και ας γιαγείρομεν εις την καλήν Μάρθαν καί Μαρίαν.

Γ. Εκ της αυτής ομιλίας (σελ. 170-171).
61. Ας γδυθής λοιπόν, άνθρωπε, από μάταια νεκρά πάθη της νεκρώσεως και λάβεις βαΐα φοινίκων αειθαλών, πράξεις ενάρετες και να υπαντήσεις τον Χριστόν, δεν θες ακούσεις μόνον, πως ανάστασε τον Λάζαρον, καθώς ακούεις πώς ακούουσιν εδώ οι λαοί, αμή θες αναβοήσει και εσύ το ωσανά, και θες λάβει το «σώσον δή Κύριε». Ώ Μελέτιε, πώς νάκαμνες την γλώσσαν μου, όχι κάλαμον γραμματέως οξυγράφου, επειδή δεν έχει να γράφεις μαλακά χαρτία, αμή, ή αδαμαντίνη, επειδή έχεις να χαράξεις, ωσάν πλάκες λίθινες, καρδίες σκληρές, ή πυρίνη, ωσάν εκείνες τες πυρίνες του πνεύματος, επειδή έχεις, ωσάν τότε εκείνος ο προφήτης τον τότε λαόν, ως καλάμιν νάκαιες, Μελέτιε, τόσην ύλην, όσην είναι φορτωμένη σήμερον τα στήθη μας και δεν αφήνει να φυτευθή o του Θεού φόβος, η του Χριστού υπακοή, οπού μας oρίζει με φοβερά και αφοριστικά από Θεού πρόσωπον λόγια να ταπεινωθούμεν, οπού μας ορίζει να μην μνησικακούμεν, μα να συγχωρούμεν με όσους έχομεν κακοσύνην, αλλέως πως δεν έχομεν να ιδούμεν πρόσωπον Θεού.
62. Πλήν, μην αναμένετε• ακούτε με και άνδρες και γυναίκες. Μην αναμένετε να μου θαυματουργήσει ο Θεός, και να μετασκευάσει την γλώσσαν μου οξυγράφον ή εις αδαμαντίνην και πυρίνην ή εις γλώσσαν αγγέλου, απ' εκείνες, οπού λέγει ο Παύλος. Εις στέκει να την καταστήσει και πυρίνην και αγγελικήν, αν δεκτείτε τον λόγον του Θεού πατρός και να ταπεινωθήτε και ν' αφήσετε και την μνησικακίαν, την αντίθεον, με τα λοιπά πάθη τα σαρκικά, διά την βασιλείαν των ουρανών, ης γένοιτο πάντας ημάς επιτυχείν εν Χριστώ Ιησού, ω η δόξα και το κράτος συν πατρί και πνεύματι εις αιώνας. Αμήν.

Δ. Εξ ομιλίας τη Αγία και Μεγάλη Πέμπτη (σ. 203).
34. Τρέχει, ασπάζεται τους αχράντους εκείνους πόδας, ραίνει τους και βρέχει τους με τα δάκρνα της μετανοίας. Και oι στεναγμοί της καρδίας, η συντριβή η συνεχή, δεν αφήνουσι την κατάνυξιν να ειπεί λόγια. Με τα έργα, αυτά, που είναι ζωντανά λόγια, με τα αυτά τα έργα βοά η καλή εκείνη πόρνη, ήδη μη πόρνη, τω Χριστώ, και λέγει πώς είναι αμαρτωλή περισσά και πως δέεται συγχωρήσεως διά φιλανθρωπίας, μάλιστα δείχνει και τούτη έξω από ετούτο, την μεγάλην αγάπην, οπού εχει προς τον Χριστόν. Μύρον της ευρίσκεται. πολύτιμον εις αλάβαστρον άγγείον. Παίρνει το μύρον. Βαστά ατή της το αλάβαστρον. Σπα το αλάβαστρο, χύνει το μύρον αλείφει την ακήρατον εκείνην κορυφήν του Χριστού, της οποίας τα ποδάρια έβρεχε με δάκρυα και εσφούγγιζε με τες απαλές εκείνες πλεξούδες, οπού είχε πρώτα δίκτυα της αγάπης της αμαρτίας.
35. Ώ καλή πόρνη, πώς εύρες καλήν και σύντομον στράταν να ξεφκαιρώσεις το πέλαγός σου της αμαρτίας με τα δάκρυα της μετανοίας, με την κένωσιν του μύρου! Ώ καλή μετάνοια, πώς δύνασαι και σιμώνεις τας πόρνας τω Χριστώ και ανέχεται της δυσωδίας του βρώμον της άμαρτίας, ανέχεται ο Χριστός, όχι διά το μύρον, διά τα δάκρυα.
Ε. Εξ ομιλίας τη Κυριακή των Προπατόρων (σ.229-230).
60. Παρακαλώ σας λοιπόν, μην ευρεθούμεν εμείς από τους πολλούς τους καλεσμένους, μηδέ καταφρονήσωμεν το κάλεσμα του Κυρίου, μηδέ αγρούς, μηδέ ζεύγη βoώv, μηδέ γυναίκα, αλλά ας γενούμεν, από τους ολίγους, διά τους οποίους λέγει ο Σωτήρ, ότι «ολίγοι οι σωζόμενοι». Ας γενούμεν από τους εκλεκτούς με την στράταν, οπού μας ερμηνεύει ο Σωτήρ, διά του αποστόλου ότι «αποστήτω από αδικίας πας ονομάζων τον Κύριον». Και πάλιν «καθαρίσωμεν εαυτούς από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος, ποιούντες αγιωσύνην εν πνεύματι αγίω».
61. Και μη μου προφασίζου, ώ δύστηνη Πόλη, πως έχεις κακούς ποιμένας. Έχεις και καλούς, καλά και ολίγους, πλην αν έχεις και κακούς, πείθου εσύ «τω λόγω της αληθείας» και μην ξετρέχεις τας πράξεις των κακών. Ξεύρεις, να σου ειπώ, πρώτον μεν ήθελα να είμεσθαν εμείς καλοί, αλλά θα νάμεσταν το φως του κόσμου, το άλας της γης, οι οδηγοί των τυφλών, οι παιδευταί των ασεβών, και να μην είμεσθαν φαρισαίοι, να λέγεται και περί ημών ότι «επί της Μωσέως καθέδρας εκάθισαν οι γραμματείς και οι φαρισαίοι• πάντα ουν όσα αν είπωσιν υμίν ποιήσαι, ποιήσατε, κατά δε τα έργα αυτών ου μη ποιήσητε• λέγουσιν γαρ και ου ποιούσιν».
62. Αλλά εγώ ήθελα να εκάναμεν και ημείς οπού διδάσκομεν τους άλλους. Πλήν εσύ ο ευσεβής, λάμβανε την καλήν διδασκαλίαν, λάμβανε τα μυστήρια της ευσεβείας και από τους αναξίους. Τίμα και τους αναξίους και θες έχεις μεγαλείτερον μισθόν. Μηδέ δίσταζε, ότι να σου κολομβώνει το μυστήριον της ευσεβείας πονηρία του αρχιερέως, ιερέως. Ξεύρεις τι είμεσθαν εμείς; Βουλωτήρια, σφραγίδες, τύποι. Και άλλος είναι χρυσος, άλλος ασημίτικος, άλλοι είμεσθεν σιδερένιοι. Και βαστώμεν όλοι έναν τύπον. Εσείς είστε το κερί.
63. Ειπέ μου, ωσάν τυπωθή το κερί και λάβει την εικόνα του βασιλέως, τόσον από σιδερένιον, ωσάν από ασημένιον, ωσάν από το χρυσόν βουλωτήρι, τι διαφέρεται προς τα βουλωτήρια εκείνα; Πασαένα ό,τι διά λόγου του είναι, διά λόγου του τιμάται, διά λόγου [του] ξάζει. Αν χρυσόν, πολύν. Αν αργυρόν, ολιγώτερον. Αν σίδερον, ολιγώτερον. Αμή ο τύπος των εικόνων όλος είναι ίσα ίσα εις το κερίν. Mόvov μη σκληρύνει σας, μα δέχου εις όλα τον τύπον της διδαχής, σωφρονίσου και εσύ απατά. Και εκείνοι οι κακοί ποιμένες τι αναμένετε; Τι σκορπίζετε εσείς τα πρόβατα του Κυρίου, ώ λύκοι άρπαγες, και εσείς, πως αφήνετε και σκορπίζεσθε έτζι. Δεν συντηράτε τον ποιμένα τον καλόν, οπού διά τα πρόβατα, ως πρόβατον, ήχθη εις σφαγήν; Εκνίψασθε δικαίως. Ξυπνήσατε, μη κοιμάσθε τον θάνατον του ύπνου. Ο θάνατος μας περιτρέχει. Ο δεσπότης και καλεί και αναμένει εις μετάνοιαν, διά να μας αξιώσει δείπνον μεγάλον και λαμπρόν εις την βασιλείαν των ουρανών, ης γένοιτο πάντας ημάς επιτυχείν εν Χριστώ Ιησού, ώ η δόξα και το κράτος συν Πατρί και Πνεύματι εις τους αιώνας των αιώνων, αμήν.

ΟΣΤΙΣ ΘΕΛΕΙ ΟΠΙΣΩ ΜΟΥ ΕΛΘΕΙΝ....

«Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι» (Μάρκ. η' 34).

Αίροντες τον σταυρό, ευαρεστούμε τον Κύριο Ιησού Χριστό, Τον ακολουθούμε. Αν ακολουθούμε τον εαυτό μας, δεν μπορούμε να ακολουθούμε Εκείνον. Όποιος δεν απαρνηθή τον εαυτό του, δεν μπορεί να Με ακολουθήση (Ματθ. ι' 3 .
Αν ακολουθήσης τον δικό σου νου και όχι τον νου του Χριστού, αν ακολουθήσης το θέλημά σου και όχι το θέλημα του Χριστού, όπως αναφέρεται στο άγιο Ευαγγέλιο, η ψυχή σου δεν είναι καθαρή, δεν είναι αγιασμένη, είναι χαμένη στην ζούγκλα των ψυχοφθόρων και φρικτών πλανών. Διότι η αμαρτία, το κακό, κατόρθωσε να χτίση μέσα μας, δίπλα σε εκείνη την θεοειδή ψυχή που ελάβαμε από τον Θεό, την δική της ψυχή. Αν η αμαρτία μας γίνη έξις, δημιουργεί μέσα μας την δική της ψυχή. Αν πράττωμε την αμαρτία, εκείνη σταδιακά μορφώνεται στην ψυχή μας. Κοντά σε εκείνη την θεοειδή ψυχή, την οποία ο Θεός σου έδωσε, εσύ φέρνεις ένα ξένο, ο οποίος σε αιχμαλωτίζει. Αυτός διαφεντεύει, ενώ ό,τι θεϊκό είναι μέσα σου, είναι σαν κοιμισμένο, σαν μουδιασμένο. Το απέρριψες, και εκείνο δεν ζη μέσα σου, πεθαίνει.

Η αμαρτία δημιουργεί μέσα μας δικό της κόσμο, δημιουργεί μέσα μας δική της φιλοσοφία, δική της αντίληψι για τον κόσμο. Η αμαρτία επιδιώκει να καταλάβη την θέσι του Θεού στην ψυχή σου, την θέσι της Εικόνος του Θεού. Αυτό θέλει να κάνη η αμαρτία. Η αμαρτία στην πραγματικότητα θέλει να στερήση τον άνθρωπο από εκείνες τις θεϊκές ωραιότητες που έχει στην ψυχή του. Ναι, αυτός ο διάβολος αγωνίζεται δια μέσου της αμαρτίας να δημιουργήση μέσα σου και μέσα μου την δική του εικόνα. Διότι η αμαρτία πάντοτε ομοιάζει στον διάβολο. Πάντοτε, όταν την εναγκαλιζόμαστε, τυπώνει σιγά-σιγά στην ψυχή μας την δική του σκοτισμένη μορφή. Έτσι, με την αμαρτία, με την έξι στην αμαρτία, μορφώνεται μέσα μας ένα άλλο εγώ, μία άλλη ψυχή, ένας άλλος εαυτός, εκείνος ο εαυτός, τον οποίο ζητεί ο Κύριος να απαρνηθούμε: «ου γαρ ο θέλω ποιώ αγαθόν, αλλ' ο ου θέλω κακόν τούτο πράσσω» (Ρωμ. ζ' 19). Το κακό το δημιουργήσαμε εμείς οι ίδιοι, ενώ το καλό είναι από τον Θεό, λέγει ο απόστολος Παύλος (Α' Τιμ. δ' 4). Εγώ θέλω να ζω σωστά, αλλά την δύναμι να το κάνω δεν την έχω. Δεν βρίσκω την δύναμι γι' αυτό, δεν βρίσκω την δύναμι μέσα μου.
Να, το σημερινό Ευαγγέλιο μας αποκαλύπτει τον τρόπο για να πραγματοποιήσουμε στην ζωή μας το καλό που επιθυμούμε. Αυτός είναι η απάρνησις του εαυτού σου, της αμαρτίας σου, αυτής της αμαρτωλής ψυχής που δημιουργήθηκε, χτίστηκε, μορφώθηκε μέσα σου. Με την νηστεία στην πραγματικότητα απωθούμε την αμαρτωλότητα που είναι μέσα μας. Αντικαθιστούμε σταδιακά τον εαυτό μας με τον Χριστό, μέχρις ότου φθάσουμε στην τελειότητα που έφθασε ο απόστολος Παύλος, ο οποίος λέγει: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» (Γαλ. β' 20). Να, τι σημαίνει «απαρνησάσθω εαυτόν»: Σημαίνει να απαλείψουμε όλες τις (κακές) μας επιθυμίες, κάθε τι ανθρώπινο, εφάμαρτο, και να τα αντικαταστήσουμε με τον Χριστό. Να αλλάξουν, να γίνουν όλα Χριστός!
«Ος γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν• ος δ' αν απολέση την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού και του ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν» (Μάρκ. η' 35). Εάν, βεβαίως, απαρνηθούμε κάθε αμαρτία μας, κάθε πάθος μας• και αν ξέρουμε, αν αισθανόμαστε και αν θέλουμε να γίνη ο Χριστός ψυχή μέσα στην ψυχή μας, καρδιά μέσα στην καρδιά μας, να αντικαταστήση τον εαυτό μας, το εγώ μας με τον Εαυτό Του. Αυτή είναι η μόνη οδός, για να φυλάξουμε εγώ και εσύ και κάθε άνθρωπος την ψυχή μας από την κόλασι, από την καταστροφή, από τον διάβολο, από κάθε κακό, από τα αιώνια βάσανα, να βρούμε μέσα μας εκείνη την θεοειδή ψυχή, εκείνη την θεϊκή ψυχή, την οποία ο Θεός μας έδωσε.
Θεοειδής ψυχή! -Πού είναι άραγε;- Στον Χριστό. Ο Χριστός έγινε άνθρωπος για να μας ειπή: Να, έτσι πρέπει να είναι ο άνθρωπος. Εκείνος, ο Θεός, έγινε άνθρωπος. Εκείνος έδειξε στον εαυτό Του την Εικόνα του Θεού. Εμείς είμαστε πλασμένοι κατ' Εικόνα Θεού. Οφείλουμε να ζούμε σύμφωνα με αυτήν. Τί είναι ο νους μας; Εικόνα του νου του Χριστού, του νου του Θεού. Η δική μας υποχρέωσις είναι να κάνουμε τον νου μας όμοιο με τον νου του Χριστού, δηλαδή να χριστοποιήσουμε όλο τον νου μας και να μπορούμε να πούμε με τον απόστολο Παύλο: «ημείς νουν Χριστού έχομεν» (Α' Κορ. β' 16). Αλλά μέχρι να ταυτίσουμε το θέλημά μας με το θέλημα του Χριστού, του Θεού, το δικό μας θέλημα πάντα περιπλανιέται, είναι πάντα αδύνατο, πάντα σκοντάφτει και βυθίζεται στην αμαρτία. Εάν έχουμε τον Κύριο Ιησού Χριστό ως το αιώνιο πρότυπό μας, το αιώνιο όραμά μας, τότε ταυτίζουμε τον εαυτό μας με το δικό Του θέλημα. Τότε λέμε: δεν θέλω να γίνη το θέλημά μου, αλλά το δικό Σου (Κύριε). «Πάτερ ημών, γενηθήτω το θέλημά σου ως εν ουρανώ και επί της γης».
Όταν εμείς, τηρώντας τις εντολές του Θεού, θέλουμε να θεραπεύσουμε το θέλημά μας από όλες τις αδυναμίες, από όλες τις αρρώστειες του, από όλο τον θάνατό του, στην πραγματικότητα θεραπεύουμε τον εαυτό μας από κάθε αμαρτία και εξορίζουμε από τον εαυτό μας κάθε τι εφάμαρτο. Ναί! Όσο ολόκληρος ο άνθρωπος επιποθεί τον Θεό, όσο στ' αλήθεια αγωνίζεται να απαρνηθή τον εαυτό του και να ακολουθή τον Χριστό, να σηκώνη τον Σταυρό, να σηκώνη τον Σταυρό του Χριστού, τότε αληθινά λαμβάνει από τον Κύριο Ιησού Χριστό την θεία δύναμι. Διότι, όπως έχει λεχθή, ο Σταυρός «ημίν τοις σωζομένοις δύναμις Θεού εστί» (Α' Κορ. α' 1 . Ημίν, για μένα και για σένα και για κάθε άνθρωπο. Όταν αποφασίσης να βιάσης τον εαυτό σου να σηκώσης τον σταυρό σου, να! εσύ την ίδια στιγμή λαμβάνεις θεία δύναμι. Αυτή την δύναμι την δίνει ο Κύριος για να μπορέσης να νικήσης κάθε αμαρτία μέσα σου, να μπορέσης να νικήσης κάθε κακό, κάθε κακή συνήθεια, να μπορέσης να παιδαγωγήσης την γλώσσα σου να μη λέγη άπρεπα λόγια, να παιδαγωγήσης το μάτι σου να μη βλέπη εκείνα που δεν πρέπει να βλέπη. Όλη η ζωή σου να γίνη χριστοειδής. Χάριν τίνος; Χάριν του Χριστού. Για να εγκατοικίσης τον Χριστό μέσα σου! Να, αυτός είναι ο σκοπός μας, αυτό είναι το όραμά μας, αυτό είναι η ανάπαυσις και η ειρήνη και ο αιώνιος παράδεισος της ψυχής μας, κάθε ανθρώπινης ψυχής. Χωρίς τον Χριστό η ανθρώπινη ψυχή δεν ειρηνεύει...
Η δική μας οδός, η οδός των Αγίων και της νηστείας, είναι βία στον εαυτό μας να πράττωμε κάθε αγαθό, διηνεκής βία του εαυτού μας προς κάθε καλό. Διότι η φύσις μας δεν θέλει το καλό. Εκείνη κλίνει στο κακό. Εσύ όμως βίασε τον εαυτό σου να πνίγης κάθε κακό που υπάρχει μέσα σου. Ο Κύριος θα σου δώση την δύναμι της Αναστάσεως για να κάνης πραγματικά κάθε καλό. Να σηκώνουμε τον σταυρό μας, να χριστοποιούμε τον εαυτό μας και να προσέχουμε ότι νηστεία δεν είναι άλλο από το να αντικαταστήσουμε τον εαυτό μας με τον Χριστό, τον Θεό μας. Μέσω κάθε αρετής ο άνθρωπος πρέπει να αντικαθιστά τον εαυτό του με τον Θεό, τον Κύριο Ιησού Χριστό. Διότι, «θεός η αρετή», όπως λέγει ο άγιος Μάξιμος. Και αυτή η θεία δύναμις είναι πιο δυνατή από αυτόν εδώ τον κόσμο, αυτή η δύναμις μας χαρίσθηκε για να υπερνικούμε κάθε κακό, να υπερνικούμε κάθε αμαρτία, κάθε διαβολική δύναμι. Βίασε τον εαυτό σου σε κάθε καλό και ο Αγαθός Κύριος θα σου δώση την δύναμι της Αναστάσεως, ώστε να πορεύεσαι από την μεγαλύτερη θλίψι στην μικρότερη και από την μικρότερη χαρά στην μεγαλύτερη χαρά. Να βαδίζουμε όλοι προς την βασιλεία των ουρανών, έως ότου μπορέσουμε να πούμε με την Χάρι του Θεού και εμείς: «Κύριε Ιησού Χριστέ, δεν ζω πλέον εγώ• εσύ ζης μέσα μου δια των αγίων Μυστηρίων και των αγίων αρετών». Σε Εσένα ανήκει η δόξα και η ευχαριστία, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Μακαριστού πατρός Ιουστίνου Πόποβιτς)
[Μετάφρασις αδελφών της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, από το βιβλίο PASHALNE BESEDE (Πασχαλινές Ομιλίες), Βελιγράδι 1998]



(Πηγή: «Ο ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ», τ.31, 2006, Περιοδική έκδοσις υπό των πατέρων της Ι.Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους)

Όσιος πατήρ Ιουστίνος Πόποβιτς μιλάει για την αίρεση του Παπισμού

Ο μεγάλος Σέρβος Δογματολόγος Όσιος πατήρ Ιουστίνος Πόποβιτς, γκρεμίζει τις ανόητες, αθεολόγητες και αιρετικές δοξασίες περί «αδελφών Εκκλησιών» και βάζει στη θέση του τον παπισμό και τον «Αγιώτατο» Πάπα.

«Η Εκκλησία δεν είναι μόνον μία, αλλά και μοναδική.
Εν τω Κυρίω Ιησού δεν είναι δυνατόν να υπάρξουν πολλά σώματα• κατά τον ίδιον τρόπον δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν εν αυτώ πολλές Εκκλησίες.
Εν τω Θεανθρωπίνω Αυτού Σώματι η Εκκλησία είναι μία και μοναδική, όπως ο Θεάνθρωπος, ο Χριστός, είναι Ένας και Μοναδικός. Δι’ αυτόν τον λόγον διαίρεσις, σχίσμα της Εκκλησίας είναι πρωτίστως ένα πράγμα οντολογικώς αδύνατον.

Δεν υπήρξε ποτέ διαίρεσις της Εκκλησίας, και δεν είναι δυνατόν να υπάρξη, πλην υπήρξε και θα υπάρξη έκπτωσις εκ της Εκκλησίας, κατά τον τρόπον, πού πίπτουν τα ξερά και άγονα κλήματα από την Θεανθρωπίνην και αιωνίως Ζώσαν Άμπελον, που είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός (Ιω. 13,16).

Κατά καιρούς απεσπάσθησαν και εξεβλήθησαν από την μοναδικήν αδιαίρετον Εκκλησίαν οι αιρετικοί και σχισματικοί, οι οποίοι έκτοτε έπαψαν να αποτελούν μέλη της Εκκλησίας και μέρη του Θεανθρωπίνου σώματός Της. Έτσι έχουν κατ' αρχήν αποκοπεί οι Γνωστικοί, κατόπιν οι Αρειανοί, κατόπιν οι Πνευματομάχοι, κατόπιν οι Μονοφυσίται, κατόπιν οι Εικονομάχοι, κατόπιν οι Ρωμαιοκαθολικοί, κατόπιν οι Προτεστάνται, κατόπιν οι Ουνίται και εν συνεχεία όλα τα άλλα μέλη των αιρετικών και σχισματικών λεγεώνων».

[Ιουστίνου Πόποβιτς, «Δογματική της Ορθοδόξου Εκκλησίας», (Γαλλική μετάφραση) Τόμος 4ος, σελ. 181, Lausanne 1995 - Αναδημοσιεύτηκε στον «Ορθόδοξο Τύπο» στις 29/6/2007].
__________________________________________________

«Εις την ιστορίαν του ανθρωπίνου γένους υπάρχουν τρεις κυρίως πτώσεις : Του Αδάμ, του Ιούδα και του Πάπα.

[…] Το δόγμα περί αλαθήτου του Πάπα είναι όχι μόνον αίρεσις αλλά παναίρεσις. Διότι καμία αίρεσις δεν εξηγέρθη τόσο ριζοσπαστικώς και τόσον ολοκληρωτικώς κατά του Θεανθρώπου Χριστού και της Εκκλησίας Του, ως έπραξε τούτο ο παπισμός δια του αλαθήτου του Πάπα-ανθρώπου. Δεν υπάρχει αμφιβολία. Το δόγμα αυτό είναι αίρεσις των αιρέσεων, μία άνευ προηγουμένου ανταρσία κατά του Θεανθρώπου Χριστού».

[Ιουστίνου Πόποβιτς, «Άνθρωπος και Θεάνθρωπος», εκδόσεις “Αστήρ”, Αθήνα 1970, σελ. 141-162].